Πρώτο «ναι» σε συλλογικές αυξήσεις!



 «Ναι» απαντούν οι εργοδότες στην πρόσκληση της ΓΣΕΕ για συζητήσεις προκειμένου να «αναβιώσει» η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας. Αφήνουν, μάλιστα, ανοιχτό το «παράθυρο» της επαναφοράς των κατώτατων μισθών στα επίπεδα του 2012, αλλά τη συνδέουν με τη χρονική διάρκεια της σύμβασης. Με πιο απλά λόγια, σε διάστημα δύο ή τριών ετών.

Όπως προκύπτει από δηλώσεις στελεχών του ΣΕΒ και των κορυφαίων εκπροσώπων της ΕΣΕΕ (έμποροι) και της ΓΣΕΒΕΕ (βιοτέχνες και επαγγελματίες) στην «Οικονομία» του «Έθνους της Κυριακής», οι κοινωνικοί εταίροι για πρώτη φορά ύστερα από τρία χρόνια εμφανίζονται θετικοί στην έναρξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων. Μάλιστα με πιο ξεκάθαρο τρόπο οι πρόεδροι της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης και της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς τονίζουν και την ανάγκη της «επεκτασιμότητας» της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, ώστε να συμπεριληφθούν όλοι οι επιχειρηματικοί κλάδοι που εκπροσωπούν.

Σε ό,τι αφορά το κύριο αίτημα της ΓΣΕΕ για την επαναφορά των κατώτατων μισθών στα 751,39 ευρώ, ο κ. Κορκίδης συμφωνεί, αλλά με ενδιάμεσο στάδιο τα 685 ευρώ, ενώ ο κ. Καββαθάς επισημαίνει την κατάργηση της διάκρισης των μισθών ανάμεσα σε εργαζομένους άνω και κάτω των 25 ετών.

Πιο φειδωλός εμφανίζεται ο ΣΕΒ, με στελέχη του, όμως, να δηλώνουν ότι θα προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Μέσα σε 80 ημέρες

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης δηλώνει ότι «οι έμποροι συμφωνούν με την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ, με ενδιάμεση “στάση” τα 685 ευρώ».

Η συμφωνία ανάμεσα στις εργοδοτικές οργανώσεις και στη ΓΣΕΕ θα πρέπει να έχει επιτευχθεί μέσα στις επόμενες 80 ημέρες. Η σύμβαση καλύπτει άμεσα 137.000 εργαζομένους, ωστόσο επηρεάζει εμμέσως και τους υπόλοιπους μισθωτούς, καθώς καμία σύμβαση (κλαδική, ατομική και επιχειρησιακή) δεν μπορεί να πέσει κάτω από αυτό το όριο.

Τη διαπραγμάτευση θέλει να ανοίξει η ΓΣΕΕ, η οποία έστειλε πρόσκληση στις εργοδοτικές οργανώσεις για την άμεση έναρξη διαλόγου για την υπογραφή νέας εθνικής συλλογικής σύμβασης. 

Η Συνομοσπονδία ζητά επιστροφή του κατώτερου μισθού στα 751,39 ευρώ, αλλά και «επαναφορά» μίας σειράς ρυθμίσεων, όπως είναι η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων και η διάρκεια της μετενέργειας.

Για τον πρόεδρο της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργο Καββαθά, «προέχει η κατάργηση της διάκρισης ως προς το ύψος του μισθού ανάμεσα σε εργαζομένους μέχρι 25 ετών και σε εργαζομένους άνω των 25 ετών».

Σημειώνεται πως η εθνική συλλογική σύμβαση, που ρύθμιζε μια σειρά θεμάτων εκτός από τον βασικό μισθό, έληξε στις 31 Δεκεμβρίου και πλέον η μετενέργειά της έχει περιοριστεί στους τρεις (από τους έξι) μήνες. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως πρέπει να υπάρξει συμφωνία μέχρι το τέλος Μαρτίου, καθώς στην αντίθετη περίπτωση δεν θα υπάρχει κάλυψη σε μία σειρά βασικών θεμάτων (π.χ. από το επίδομα γάμου μέχρι και θέματα που σχετίζονται με τις άδειες).

Εδώ πρέπει να αναφερθεί πως από το 2012 με πράξη νομοθετικού περιεχομένου ο κατώτερος μισθός έπεσε στα 586 ευρώ μεικτά, δηλαδή μειώθηκε κατά 22%. Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η μείωση για τους νέους έως 25 ετών, καθώς ο κατώτερος μισθός διαμορφώθηκε στα 510 ευρώ μεικτά.

«Ο Σύνδεσμος, όπως επιβάλλει ο θεσμικός του ρόλος, θα είναι παρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με υπεύθυνες και καθαρές θέσεις και με σκοπό τη συνεννόηση προς όφελος της εθνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων», τονίζουν κύκλοι του ΣΕΒ. Στη φωτογραφία ο πρόεδρος των βιομηχάνων Θεόδωρος Φέσσας.

Η ΓΣΕΕ επαναφέρει τώρα το θέμα και ανοίγει πέντε βασικά θέματα:
  • Την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ και του κατώτατου ημερομίσθιου στα 33,57 ευρώ για όλους τους εργαζομένους χωρίς εξαιρέσεις, με προσαύξηση των τριετιών.
  • Την καθολικότητα ισχύος του συνόλου των όρων (οικονομικών και θεσμικών) της εθνικής συλλογικής σύμβασης.
  • Την άμεση ισχύ από 1ης Ιανουαρίου της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων.
  • Την επαναφορά του εύρους της μετενέργειας όλων των όρων των συλλογικών συμβάσεων.
  • Την ενσωμάτωση της πρόσφατης συμφωνίας της Γενεύης για καμία αλλαγή στο υφιστάμενο πλαίσιο για τις ομαδικές απολύσεις, την ανταπεργία και τον συνδικαλιστικό νόμο.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά το μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ Γιώργος Κωνσταντινόπουλος «είναι επιτακτική η ανάγκη να προσέλθουν οι εργοδότες στο τραπέζι του διαλόγου για την υπογραφή της νέας εθνικής συλλογικής σύμβασης. Οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν με δική τους πρωτοβουλία να θωρακίσουν τον θεσμό της εθνικής συλλογικής σύμβασης και να βάλουν ανάχωμα στις μειώσεις των μισθών και στις παραβιάσεις των εργασιακών σχέσεων. Παράλληλα, πρέπει να καταργηθεί μία σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων που οδήγησαν στην περικοπή του κατώτατου μισθού και τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων.

Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να στείλουν μήνυμα πως μπορούν χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις να καταλήξουν σε συμφωνία προς το συμφέρον των εργαζομένων και της οικονομίας κατ’ επέκταση, τονίζει το μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ Γιώργος Κωνσταντινόπουλος.

Οι εργοδότες και η ΓΣΕΕ πρέπει να βρουν σημεία επαφής και να στείλουν μήνυμα πως μπορούν χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις να καταλήξουν σε συμφωνία προς το συμφέρον των εργαζομένων και της οικονομίας κατ’ επέκταση. Άλλωστε οι θέσεις της ΓΣΕΕ έχουν δικαιωθεί ακόμα και στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας».

Οι έμποροι και οι μικρομεσαίοι 

Από την πλευρά τους, οι εκπρόσωποι των εμπόρων και των μικρομεσαίων μιλούν για τα 751,39 ευρώ, αλλά με σύμβαση διάρκειας διετίας και τριετίας, ενώ «κύκλοι» του ΣΕΒ σχολιάζουν στην «Οικονομία»: «Ο Σύνδεσμος, όπως επιβάλλει ο θεσμικός του ρόλος και η μακρόχρονη δέσμευσή του στον κοινωνικό διάλογο, θα είναι παρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με υπεύθυνες και καθαρές θέσεις και με σκοπό τη συνεννόηση προς όφελος της εθνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων».

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης σημειώνει στην «Οικονομία»: «Η ΕΣΕΕ ήταν και είναι πάντα υπέρ του κοινωνικού διαλόγου και θεωρεί την εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας ως τη μεγάλη παρακαταθήκη του στην Ελλάδα. Αυτονόητο είναι επομένως ότι θα μετέχουμε στις σχετικές διαπραγματεύσεις».

Σύμφωνα με τον πρόεδρό της Γιώργο Καββαθά τα θέματα που θα θέσει στις διαπραγματεύσεις, η ΓΣΕΒΕΕ είναι:
  • Η πλήρης αποκατάσταση του θεσμικού πλαισίου για ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Το ύψος του κατώτατου μισθού ή και ημερομισθίου και ο προσδιορισμός του πρέπει να είναι αποτέλεσμα και προϊόν αυτών των… πληγωμένων από τη μνημονιακή νομοθεσία συλλογικών διαπραγματεύσεων.
  • Η επαναφορά σε ισχύ της δυνατότητας επέκτασης των ρυθμίσεων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
  • Η επαναφορά της μετενέργειας.
Ο κ. Κορκίδης σε ό,τι αφορά το αίτημα της ΓΣΕΕ για επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ απαντά πως «η ΕΣΕΕ ήταν η πρώτη που έκανε αυτήν την πρόταση, με ενδιάμεση ?στάση? τα 685 ευρώ. Με άλλα λόγια», όπως εξηγεί, «όπως ακριβώς έγινε η μείωση με την ίδια ?διαδρομή? θα γίνει και η επαναφορά. Άλλωστε με τον κατώτατο μισθό αμείβεται το 8,95% ή σε απόλυτα νούμερα 137.000 των εργαζομένων με εξαρτημένη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου».

Προτεραιότητες 

Σε σχέση με το ίδιο θέμα, δηλαδή για την επαναφορά των μισθών στα 751,39 ευρώ, ο κ. Καββαθάς βάζει ως προϋποθέσεις τα εξής: «Πρώτα πρέπει να αποσαφηνιστεί αν ο προσδιορισμός αυτού του ύψους θα είναι προϊόν της ελεύθερης διαπραγμάτευσης και της συλλογικής αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων.

Δεύτερον, κατά το παρελθόν και συγκεκριμένα πριν την κατάργηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού, στις διαπραγματεύσεις λαμβάνονταν υπόψη στοιχεία σχετικά αφενός με τον πληθωρισμό και αφετέρου με την παραγωγικότητα της εργασίας. Τρίτον, η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι προέχει του όποιου προσδιορισμού του ύψους του κατώτατου μισθού ή ημερομισθίου η κατάργηση της διάκρισης ως προς το ύψος αυτό ανάμεσα σε εργαζομένους μέχρι 25 ετών και σε εργαζομένους άνω των 25 ετών».

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ μιλά επίσης για τη σημασία της «επεκτασιμότητας» των συμβάσεων: «Η πρότασή μας αυτή θα ισχυροποιηθεί πολύ περισσότερο με την επαναφορά της πλήρους ισχύος και επέκτασης της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης. Εάν συμφωνήσουμε στα 751 ευρώ χωρίς επέκταση, τότε αυτομάτως θέτουμε τα μέλη μας σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά και αυτό δεν το θέλουμε».

ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ
Οκτώ στους 10 δουλεύουν με επιχειρησιακή ή ατομική σύμβαση

Με ατομικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις απασχολούνται τουλάχιστον οκτώ στους δέκα μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, καθώς τα τελευταία χρόνια έχουν μπει στο περιθώριο οι κλαδικές συμβάσεις. Η «τάση» αυτή ξεκίνησε δειλά το 2010 και εκτινάχτηκε τη διετία 2012-2013.

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που καταγράφονται σε έρευνα που πραγματοποίησε για τον τομέα εργασιακών σχέσεων του ΙΝΕ ΓΣΕΕ ο Απόστολος Καψάλης με συντονιστή τον Γιάννη Κουζή.
Συγκεκριμένα την περσινή χρονιά υπήρξαν μόλις 14 κλαδικές συμβάσεις και 5 ομοιοεπαγγελματικές, ενώ οι υπόλοιπες 280 συμβάσεις που έχουν καταγραφεί είναι επιχειρησιακές. Ενδεικτικό των αλλαγών που καταγράφονται στην αγορά εργασίας είναι πως το 2008 είχαν υπογραφεί 215 επιχειρησιακές συμβάσεις και 161 κλαδικές.

Μιλώντας στην «Οικονομία» ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ και καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γιάννης Κουζής, σημειώνει πως «ουσιαστικά έχουμε μία πλήρη ανατροπή στην κάλυψη των μισθών από τις συλλογικές συμβάσεις, με αποτέλεσμα από 100% το 2012 να είναι πλέον στο 20%».

Για παράδειγμα από τον Νοέμβριο του 2012 έως και τον Δεκέμβριο του 2013 υπογράφτηκαν 568 συμβάσεις. Από αυτές μόνο οι 13 είναι κλαδικές και οι 10 ομοιοεπαγγελματικές, ενώ οι 544 είναι επιχειρησιακές, από τις οποίες τέσσερις στις δέκα υπογράφονται από σωματείο, ενώ οι υπόλοιπες (332) από ένωση προσώπου.

Αναδημοσίευση με κάθε επιφύλαξη!
Πολ/κη Αναδημ/σεων ΕΝ.Α.Σ.: goo.gl/8CwNCI