Ρωγμές στο «δόγμα» Μέρκελ – Σόιμπλε



Οι σύμμαχοι του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και της Ανγκελα Μέρκελ στη «σφιχτή» οικονομική πολιτική και τον στόχο του «μηδενικού δανεισμού» αρχίζουν να μειώνονται επικίνδυνα, ακόμη και μεταξύ των κομματικών τους συντρόφων, αναγκάζοντάς τους να αρχίσουν να υποχωρούν.
ΣΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΤΣΑΡΟ» Εγκαταλείποντας την αρχική του άρνηση, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πλέον κάνει στροφή και προαναγγέλλει ότι η γερμανική κυβέρνηση θα αυξήσει τις προσπάθειές της για περισσότερες επενδύσεις στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.Μετά το μπαράζ πιέσεων που δέχτηκε η Γερμανίδα καγκελάριος σε διεθνές επίπεδο αλλά και επιφανείς οικονομολόγους στο εσωτερικό της χώρας για πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, κριτική στην πορεία της γερμανικής κυβέρνησης άσκησε και ο επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο, Μάνφρεντ Βέμπερ.
«Και η Γερμανία οφείλει τώρα να σκεφτεί τι πρέπει να κάνει για να τονώσει την ανάπτυξη» δήλωσε στην εφημερίδα «Welt» ο Βέμπερ, εξηγώντας ότι είναι προς το συμφέρον του Βερολίνου αυτή η στροφή.
Ο Βέμπερ, μάλιστα, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στο Βερολίνο: «Τις τελευταίες εβδομάδες έγινε σαφές στη Γερμανία ότι η εξασθένηση της ανάπτυξης θα μας επηρεάσει και εμάς. Το κλίμα είναι ακόμη θετικό, αλλά οι αριθμοί για τη γερμανική οικονομία είναι τουλάχιστον ανησυχητικοί».
Αφού επαίνεσε τις χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία που έχουν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και σημαντικές περικοπές, ο Γερμανός πολιτικός τόνισε ότι αυτό δεν φτάνει. «Τώρα απαιτείται μια τόνωση. Η κακή οικονομική κατάσταση σε μεγάλα τμήματα της ΕΕ φέρνει ολόκληρη την ήπειρο προ των ευθυνών της» εξήγησε ο Βέμπερ που πρόσθεσε ότι «πρέπει να καταστήσουμε την αναπτυξιακή πολιτική κεντρικό πρότζεκτ στην Ευρώπη».
Προτεραιότητα
Προτεραιότητα, σύμφωνα με τον συντηρητικό πολιτικό, πρέπει να δοθεί στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κάτι που σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα πρέπει να γίνει πιο τολμηρή στις κινήσεις της. «Πρέπει να ρισκάρουμε. Το τριπλό Α στην αξιολόγηση είναι σημαντικό, αλλά όχι το σημαντικότερο» υπογραμμίζει.
Η στάση αυτή του Βέμπερ, ο οποίος τάσσεται ανοιχτά υπέρ της δημιουργίας ενός επενδυτικού προγράμματος ύψους 300 δισ. ευρώ που έχει προτείνει ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, αφήνει ουσιαστικά χωρίς έρεισμα στην Ευρώπη την καγκελάριο και τον υπουργό Οικονομικών της, ακόμη και από τη δική τους παράταξη.
Ακόμη και ο κυβερνητικός εταίρος των Χριστιανοδημοκρατών, οι υπερ-συντηρητικοί Χριστιανοκοινωνιστές, βλέπουν αναγκαία την προώθηση της ανάπτυξης στη Γερμανία.
«Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Χρειαζόμαστε ένα νέο κέντρο βάρους στο έργο της κυβέρνησης. Αυτό θα είναι: προτεραιότητα στην ανάπτυξη και στη διασφάλιση θέσεων εργασίας» δήλωσε ο αρχηγός του CSU, Χορστ Ζεχόφερ. Μάλιστα ο Ζεχόφερ, το κόμμα του οποίου υπήρξε λάβρο κατά των «αμαρτωλών» και «σπάταλων» Νοτιοευρωπαίων, υπογράμμισε την ανάγκη η Μέρκελ να ανοίξει τον κρατικό κορβανά για να διαθέσει χρήματα για την ανάπτυξη και προανήγγειλε πακέτο προτάσεων για φοροελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις, προκειμένου να τονωθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις.Την ίδια στιγμή, 50 νέοι πολιτικοί των Χριστιανοδημοκρατών ζητούν από την Ανγκελα Μέρκελ μια μεταρρυθμιστική «Ατζέντα 2020», που θα είναι φιλική προς τον επιχειρηματικό κόσμο και θα θωρακίσει την οικονομία.
«Πρέπει να καταβάλουμε προσπάθειες, εάν θέλουμε να παραμείνουμε ατμομηχανή της Ευρώπης. Δυστυχώς η μέχρι τώρα επιτυχία μας μας έχει κάνει αδρανείς αντί να γίνουμε δημιουργικοί» δήλωσε ο εμπνευστής αυτής της πρωτοβουλίας, βουλευτής του CDU, Γιενς Σπανς. Η αρχή, σύμφωνα με την ομάδα των νέων πολιτικών, μπορεί να γίνει μέσω των φοροελαφρύνσεων για τη στήριξη των επιχειρήσεων. «Οι δυσοίωνες προβλέψεις για τη γερμανική οικονομία που δημοσιεύθηκαν τις προηγούμενες ημέρες πρέπει να λειτουργήσουν ως προειδοποίηση. Η άνθηση της οικονομίας δεν θα συνεχιστεί έτσι απλά» τονίζουν.
ΦΥΓΗ ΠΡΟΣ ΗΠΑ – ΚΙΝΑ
Γερμανικές εταιρείες στρέφονται στο εξωτερικό
Η αργή ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας και η εμμονή της κυβέρνησης Μέρκελ στην υπόσχεση για δημοσιονομική εξισορρόπηση το 2015 έχουν πλήξει τις εγχώριες επενδύσεις και έχουν στρέψει πολλές μεγάλες γερμανικές εταιρείες στο εξωτερικό, όπως στις ΗΠΑ και την Κίνα, όπου το επενδυτικό περιβάλλον είναι ελκυστικότερο.
Η BASF, η μεγαλύτερη χημική εταιρεία στον κόσμο, εξετάζει να επενδύσει πάνω από ένα δισ. ευρώ σε νέες εγκαταστάσεις στις ΗΠΑ, ενώ το γερμανικό σχετικό μερίδιο σε αυτήν πρόκειται να μειωθεί λόγω των ισχνών προβλέψεων για την ανάπτυξη στην Ευρώπη. «Η Βόρεια Αμερική είναι πολύ πιο επικερδής από τη Γερμανία», εξήγησε ο διευθύνων σύμβουλος της BASF Κουρτ Μποκ και πρόσθεσε ότι «στην Ευρώπη είμαστε υπό έντονη πίεση να βελτιώσουμε την παραγωγικότητά μας».
Επενδύσεις
Η εταιρεία ενέργειας Eon, από την πλευρά της, περιορίζει τις εγχώριες επενδύσεις και εστιάζει στο εξωτερικό, κυρίως στη Βραζιλία και την Τουρκία. Με τα κέρδη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού να παραμένουν υψηλά και το κόστος δανεισμού εξαιρετικά χαμηλό, οι γερμανικές εταιρείες εξαγοράζουν αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Siemens, που θα εξαγοράσει έναντι 7,6 δισ. δολάρια την Dresser-Rand, αλλά και η SAP τον όμιλο λογισμικού Concur για 8,3 δισ. δολάρια.
ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ

Αναδημοσίευση με κάθε επιφύλαξη!
Πολ/κη Αναδημ/σεων ΕΝ.Α.Σ.: goo.gl/8CwNCI
Πηγή: gr.news.yahoo.com